Σάββατο 26 Αυγούστου 2017

Ο Τζων επέστρεψε

   Ένας χρόνος και κάτι, γεμάτος τσιγάρα και μπόλικο καπνό. Ο καπνός, άλλωστε, δεν πληγώνει, δίνει μονάχα μια γλυκιά μυρωδιά στα πεταμένα σου πουκάμισα, μια μυρωδιά που διαρκεί λίγο παραπάνω από εκείνα τα χάδια που πέταξαν τα πουκάμισά σου χάμω. Χαμένος τόσο καιρό στον καπνό, στις μυρωδιές, στην ανάγνωση στο σκοτάδι, στις ανάσες σε ξένα κορμιά. Δε με αναγνώριζα πια, δανειζόμουν νέα χείλη και στήθη ν' αναπνέω, προκαλούσα οργασμούς κι έκλεβα αναπνοές. Ξέρεις, εκεί που στην κορύφωση οι αναπνοές βαθαίνουν, δάγκωνα τα χείλη τους -ναι, ήταν πολλές- τα δάγκωνα τόσο δυνατά ώστε να είμαι η μοναδική σωτηρία τους και μόνο όταν ήταν έτοιμες να αναστενάξουν από την ηδονή τις ελευθέρωνα. Δεν τις άφηνα να με ερωτευτούν. Μα πώς να ερωτευτείς ένα σώμα;
   Προσπαθούσα ακόμη να ξεχάσω εκείνον το Σεπτέμβρη. Εκείνο το μεσημέρι στη θάλασσα που μου ζήτησες να ορκιστώ πως θα προσπαθήσουμε. Σφράγισες τον όρκο με τα χείλη σου, αλλά μάλλον ξεχνάς, ξεχνάς πως εγώ ήμουν διατεθειμένος να πάρω το ρίσκο, το ρίσκο να σε βάλω στη ζωή μου και να την καταστρέψεις. Φοβήθηκες, το ξέρω, φοβήθηκες. Το είδα στα μάτια σου, έτρεμες, πίστευες πως η δική μου σάπια ζωή θα σάπιζε και τη δική σου. Μα τα ξερά φύλλα του φθινοπώρου δεν είναι αυτά που θα θρέψουν τα πανέμορφα ανοιξιάτικα μπουμπούκια; Γαμώτο, ήσουν πολύ ρεαλίστρια ή μάλλον εγώ ήμουν πολύ ρομαντικός. Θυμάμαι, σ' ερωτεύτηκα με δυο σου λέξεις: "Ξέρω, πονάς". Εκείνο το βράδυ που ήμουν πεπεισμένος πως δεν είμαι τίποτα και με έκανες να αισθανθώ πως μου αξίζουν τα πάντα. Σε ήθελα, σε ποθούσα, σε σκεφτόμουν. Με ξέχασες. Η λήθη, όμως, είναι για τους αδύνατους.
   Αλλά γύρισα. Δε χάθηκα στα σχέδια του καπνού. Δε μυρίζω πια αλκοόλ, μήτε ξένη σάρκα. Ξέρω ν' ανασαίνω χωρίς βοήθεια. Έχω μάθει να χρησιμοποιώ τα χείλη μου όχι για φιλιά αλλά για ν' αρθρώνω λέξεις, εκείνες που θα σε κάνουν να μείνεις κοντά μου. 
   Σε θέλω. Σε διεκδικώ. Τόσο απλό. Ο Τζων επέστρεψε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου